Skip to main content

Η εγκυμοσύνη προκαλεί μεγάλες αλλαγές στα επίπεδα των θυρεοειδικών ορμονών και επηρεάζει τη λειτουργία του αδένα ακόμα και σε γυναίκες που δεν έχουν ιστορικό κάποιας πάθησης του θυρεοειδούς. Eκτός από τις φυσιολογικές αυτές αλλαγές, συχνές διαταραχές στη λειτουργία του θυρεοειδούς αδένα μπορούν να επηρεάσουν την πορεία της εγκυμοσύνης και του εμβρύου. Οι λόγοι αυτοί κάνουν απαραίτητη την στενή παρακολούθηση της λειτουργίας του θυρεοειδούς κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης σε γυναίκες που παρουσιάζουν κάποιο πρόβλημα.

 Έλεγχος λειτουργίας του θυρεοειδούς στην εγκυμοσύνη
Οι παθήσεις του θυρεοειδούς είναι συχνές στις γυναίκες αναπαραγωγικής ηλικίας και επηρεάζουν 4-7% των κυήσεων. Η διάγνωση των παθήσεων του θυρεοειδούς είναι εύκολη και αξιόπιστη με μέτρηση ορμονών στο αίμα και υπάρχει θεραπεία που μπορεί να βελτιώσει το αποτέλεσμα. Για τους λόγους αυτούς συστήνεται ένας βασικός έλεγχος της θυρεοειδικής λειτουργίας σε όλες τις εγκύους στο πρώτο τρίμηνο της εγκυμοσύνης, που θα περιλαμβάνει μέτρηση της θυρεοειδοτρόπου ορμόνης (ΤSH) και των ελευθέρων ορμονών Τ3 και Τ4.

Αντίθετα, απαραίτητος είναι ο έλεγχος της θυρεοειδικής λειτουργίας αμέσως μόλις επιβεβαιωθεί η εγκυμοσύνη όταν υπάρχει:

– Οικογενειακό ιστορικό

– Ιστορικό υπογονιμότητας ή αποβολών πρώτου τριμήνου

– Ιστορικό νόσου του θυρεοειδούς

– Ιστορικό άλλου αυτοάνοσου νοσήματος

– Η έγκυος παίρνει φαρμακευτική αγωγή για το θυρεοειδή της

– Διογκωμένοw θυρεοειδής (βρογχοκήλη) στην κλινική εξέταση

– Συμπτώματα ή σημεία ύποπτα για διαταραχή της θυρεοειδικής λειτουργίας

Είναι επίσης σημαντικό να τονιστεί ότι γύρω στο 7% περίπου των γυναικών που δεν είχαν πρόβλημα πριν την εγκυμοσύνη, μπορεί να αναπτύξουν κάποια διαταραχή της λειτουργίας του θυρεοειδούς ακόμα και ένα χρόνο μετά την εγκυμοσύνη. Για το λόγο αυτό καλό είναι να γίνεται και ένας έλεγχος του θυρεοειδούς στην πρώτη επίσκεψη στον γυναικολόγο, γύρω στις 6-8 εβδομάδες μετά τον τοκετό.

ΙΩΔΙΟ ΚΑΙ ΕΓΚΥΜΟΣΥΝΗ
Η πιο συχνή αιτία υπολειτουργίας του θυρεοειδούς παγκοσμίως είναι η ανεπαρκής κατανάλωση ιωδίου, το οποίο είναι απαραίτητο για τη δημιουργία των θυρεοειδικών ορμονών. Η σοβαρή έλλειψη ιωδίου μπορεί να οδηγήσει σε υποθυρεοειδισμό τόσο στη μητέρα όσο και στο έμβρυο και να οδηγήσει σε βαριά διαταραχή της ανάπτυξης και της εγκεφαλικής λειτουργίας, τον λεγόμενο κρετινισμό.

Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας η λήψη ιωδίου κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης και του θηλασμού είναι απαραίτητη. Συνιστάται όπως πριν  την εγκυμοσύνη οι γυναίκες αναπαραγωγικής ηλικίας πρέπει να καταναλώνουν τουλάχιστον 150 mcg  ημερησίως. Κατά την περίοδο της εγκυμοσύνης που η ανάγκη για παραγωγή θυρεοειδικών ορμονών είναι ιδιαίτερα αυξημένη, είναι απαραίτητο να καταναλώνουν, τουλάχιστον 150-200 mcg την ημέρα. Οι γυναίκες που θηλάζουν θα πρέπει να καταναλώνουν περίπου 250 mcg ιωδίου την ημέρα έτσι ώστε να εξασφαλίσουν την ποσότητα που χρειάζεται το μωρό τους. Προσοχή χρειάζεται στις γυναίκες με ιστορικό υπερλειτουργίας του θυρεοειδούς, όπου θα πρέπει να συζητήσουν τη λήψη ιωδίου με τον ενδοκρινολόγο τους.

 

Δρ. Ευτέρπη Τίγγη

Χειρουργός Γυναικολόγος- Μαιευτήρας